Πληροφοριοδότης ο οποίος υποβάλλει αναφορά, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Ν.6(Ι)/2022, προστατεύεται αυτόματα από μία σειρά από πράξεις που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως εκδικητικές συμπεριφορές ή αντίποινα, ενώ, παράλληλα, απολαμβάνει σημαντικά μέτρα προστασίας.
1. Δικαστικά μέτρα για άρση εκδικητικής συμπεριφοράς και διεκδίκηση αποζημίωσης
Σε περίπτωση που πληροφοριοδότης υποστεί οποιαδήποτε εκδικητική συμπεριφορά ή βλάβη, δικαιούται να απευθυνθεί σε αρμόδιο δικαστήριο (Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών ή Επαρχιακό Δικαστήριο ή Διοικητικό Δικαστήριο, ανάλογα με την περίπτωση), για να αρθεί οποιοδήποτε αντίποινο, και παράλληλα, για να διεκδικήσει τυχόν αποζημιώσεις. Ο πληροφοριοδότης πρέπει να αποδείξει ότι υπέβαλε αναφορά ή προέβη σε δημόσια αποκάλυψη και ότι μετά από αυτή του την ενέργεια υπέστη κάποια βλάβη, πχ. απολύθηκε, ή υποβιβάστηκε ή ξεκίνησε πειθαρχική έρευνα εναντίον του, κλπ. Τότε, δημιουργείται μαχητό τεκμήριο ότι η βλάβη είναι αποτέλεσμα αντιποίνων λόγω της αναφοράς που υπέβαλε. Δηλαδή, εναπόκειται πλέον στο άλλο πρόσωπο να αποδείξει ότι το μέτρο που προκάλεσε τη βλάβη δεν συνιστά εκδικητική ενέργεια, αλλά βασίστηκε σε δεόντως αιτιολογημένους λόγους, άσχετους με το γεγονός της υποβολής της αναφοράς. Αν το Δικαστήριο αποφασίσει ότι πράγματι ο πληροφοριοδότης έχει υποστεί οποιοδήποτε αντίποινο ή/και βλάβη λόγω εκδικητικής συμπεριφοράς, τότε θα επιδικάσει αποζημιώσεις που θα καλύπτουν τόσο την υλική ζημιά αλλά και τυχόν ηθική ή σωματική βλάβη που έχει υποστεί ο πληροφοριοδότης. Ταυτόχρονα, οποιοδήποτε μέτρο αντιποίνου έχει υποστεί ο πληροφοριοδότης θεωρείται εξ αρχής άκυρο, δηλαδή ως να μην έγινε ποτέ. Μάλιστα, αν πρόσωπο απολύθηκε λόγω της υποβολής αναφοράς και επιθυμεί να επιστρέψει στην εργασία του, τότε το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών διατάσσει ακόμη και την επαναπρόσληψή του.
2. Προστασία από τυχόν αστική ευθύνη
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ο πληροφοριοδότης για να υποστηρίξει την αναφορά του είναι πιθανόν να χρειαστεί να κοινοποιήσει στον εσωτερικό ή εξωτερικό μηχανισμό υποβολής της αναφοράς, ή κατά την δημόσια αποκάλυψη, πληροφορίες, στοιχεία, έγγραφα, για τα οποία ισχύει κάποιος περιορισμός, πχ. λόγοι απορρήτου ή προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Αν ο εργαζόμενος έχει βάσιμους λόγους να πιστεύει ότι η κοινοποίηση των πληροφοριών αυτών ήταν αναγκαία για να αποκαλυφθεί η παράβαση, τότε δεν θα θεωρείται ότι έχει παραβιάσει τους περιορισμούς αυτούς και κατ’ επέκταση δεν θα υπέχει οποιαδήποτε αστική ευθύνη. Η προστασία αυτή δεν επεκτείνεται όμως στις περιπτώσεις όπου η απόκτηση ή η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές συνιστά ξεχωριστό ποινικό αδίκημα. Γι’ αυτό, αν ο πληροφοριοδότης με την κοινοποίηση των πληροφοριών διαπράττει ποινικό αδίκημα τότε μπορεί να διωχθεί ποινικά. Επιπλέον, ο πληροφοριοδότης που υπέβαλε αναφορά σύμφωνα με τις διατάξεις του N.6(I)/2022, δεν έχει ευθύνη σε σχέση με αστικές διαδικασίες, όπως είναι η αγωγή για δυσφήμηση, προσβολή των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, παράβαση της υποχρέωσης τήρησης του απορρήτου, παράβαση των κανόνων για την προστασία προσωπικών δεδομένων, αποκάλυψη εμπορικού απορρήτου, ή για αιτήσεις αποζημίωσης βάσει του ιδιωτικού, του δημόσιου ή του συλλογικού εργατικού δικαίου. Μάλιστα, σε περίπτωση που ξεκινήσει μία τέτοια υπόθεση εναντίον του, ο πληροφοριοδότης έχει το δικαίωμα να επικαλεστεί ότι υπέβαλε αναφορά ή προέβη σε δημόσια αποκάλυψη, σύμφωνα με τις πρόνοιες του N.6(I)/2022 και να ζητήσει την απόρριψη της αγωγής.
*Σημείωση: Οι πληροφοριοδότες προστατεύονται από την ευθύνη λόγω παράβασης του απορρήτου, νοουμένου ότι οι πληροφορίες δεν έχουν δοθεί κατά παράβαση των κανόνων προστασίας διαβαθμισμένων πληροφοριών, του δικηγορικού ή ιατρικού απορρήτου, του απορρήτου των δικαστικών συσκέψεων και των κανόνων της ποινικής δικονομίας ή η πρόσβαση σε αυτές και η κοινοποίησή τους να μην συνιστά ποινικό αδίκημα, και νοουμένου ότι δεν αφορούν παραβάσεις κανόνων για ζητήματα ή συμβάσεις που άπτονται ζητημάτων άμυνας ή ασφάλειας, εκτός εάν καλύπτονται από τις σχετικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
3. Μάρτυρας σε ποινική διαδικασία
Ανάλογα με τη φύση του περιεχομένου της αναφοράς και τη σοβαρότητα της υπόθεσης, είναι πιθανόν να κινηθεί ποινική διαδικασία κατά προσώπου που αναφέρεται στην καταγγελία. Σε τέτοια περίπτωση είναι πιθανόν να χρειαστεί ο πληροφοριοδότης να καταθέσει ως μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου για να διευκολυνθεί η στοιχειοθέτηση της κατηγορίας. Ο N.6(I)/2022 προνοεί ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, ο πληροφοριοδότης απολαμβάνει μέτρα προστασίας που αποσκοπούν κυρίως στη διαφύλαξη της ανωνυμίας του, όπως για παράδειγμα, να καταθέσει στην απουσία του κατηγορούμενου, να δοθεί η μαρτυρία μέσω κλειστού κυκλώματος τηλεόρασης, να οπτικογραφηθεί η κατάθεσή του. Μάλιστα, ανάλογα με την περίπτωση μπορεί το πρόσωπο αυτό να ενταχθεί και στο Σχέδιο Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης.
4. Υποχρέωση εργοδότη προς συνδρομή
Κάθε εργοδότης οφείλει να προστατεύσει τους εργαζόμενους από κάθε πράξη προϊσταμένου τους ή οποιουδήποτε προσώπου είναι υπεύθυνο γι’ αυτούς, η οποία συνιστά αντίποινα λόγω της αναφοράς, και να λαμβάνει κάθε πρόσφορο και έγκαιρο μέτρο, για να τις αποτρέψει. Οι εργοδότες, αμέσως μόλις περιέλθουν σε γνώση τους συγκεκριμένα αντίποινα λόγω της αναφοράς, λαμβάνουν πρόσφορα μέτρα για την άρση και μη επανάληψη των αντιποίνων, καθώς και για την άρση των συνεπειών τους. Σε περίπτωση που οι εργοδότες δεν λάβουν μέτρα, προς αποτροπή των πιο πάνω συμπεριφορών, τότε μπορεί να θεωρηθούν συναδικοπραγήσαντες, δηλαδή να θεωρηθεί ότι έχουν την ίδια ευθύνη ως να είχαν οι ίδιοι προβεί σε αντίποινα, απειλές ή ενέργειες αντεκδίκησης κατά του πληροφοριοδότη.